ΒΡΑΒΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΓΕΙ


  Δεκατέσσερις άνθρωποι του μόχθου και της προκοπής από κάθε γωνιά της Ελλάδας βραβεύτηκαν φέτος από τον «Γαστρονόμο».
  Λίγες φορές αισθάνεσαι σε παρόμοιες περιστάσεις ότι το χειροκρότημα είναι γνήσιο, η συγκίνηση πηγαία. Συνήθως επικρατούν τα στημένα χαμόγελα και οι λόγοι «κονσέρβες». Το ποιόν, όμως, όσων βραβεύονταν την περασμένη Τρίτη από τον «Γαστρονόμο» και την «Κ» δεν επέτρεπε καμία προσποίηση. Ανθρωποι του μόχθου και της προκοπής, παραδείγματα μιας όμορφης, παραγωγικής Ελλάδας και καλοδεχούμενες, εν μέσω κρίσης, αφορμές για μια πιο αισιόδοξη θεώρηση των πραγμάτων.

  Καθώς ανέβαιναν ένας ένας στη «σκηνή» του αμφιθεάτρου του Μουσείου Μπενάκη στην Πειραιώς, ξυπνούσαν μέσα μας ειλικρινή θαυμασμό και χαρά, που συνόψισε εύστοχα ο δήμαρχος Αθηναίων Γιώργος Καμίνης, όταν πήρε τον λόγο για να παραδώσει ένα από τα βραβεία: «Από αυτά που είδαμε σήμερα καταλάβαμε ότι πρόκειται για ανθρώπους ευφάνταστους και εργατικούς, που ρίσκαραν και χρειάστηκε στη ζωή τους να πάρουν δύσκολες αποφάσεις, κάτω από δύσκολες συνθήκες».
  Δεκατέσσερα τέτοια παραδείγματα ανέδειξε η πέμπτη απονομή των ετήσιων βραβείων ποιότητας του περιοδικού σε παραγωγούς, μεταποιητές και διακινητές διακεκριμένων τροφίμων. «Μικροί» καλλιεργητές, αλλά και σημαντικοί βιομήχανοι, όλοι τους πρότυπα του υγιούς επιχειρείν στον αντίποδα του κρατικοδίαιτου παραγωγικού μοντέλου που επικράτησε τα τελευταία χρόνια.
  Κατέφθασαν από κάθε γωνιά της Ελλάδας, καθένας αφηγούμενος τη δική του «συναρπαστική ιστορία ανθρώπινης προσπάθειας», όπως επισήμανε ο διευθυντής των περιοδικών εκδόσεων της «Κ», Σωκράτης Τσιχλιάς, χαιρετίζοντας τους παρευρισκομένους. Ο Αλέξανδρος Γκουσιάρης, λόγου χάρη, σπούδασε μαθηματικός, αλλά επέστρεψε στο χωριό του για να ασχοληθεί με τα μελίσσια και να φτιάχνει σάλτσες ντομάτας.
  Σήμερα, που τα προϊόντα του βρίσκονται στα ράφια του Harrods, δικαιώνεται για τις «ανορθόδοξες», όπως τις χαρακτηρίζει, επιλογές του. Εξίσου εντυπωσιακή υπήρξε και η «στροφή» του Δημήτρη Αντωνόπουλου, που από λογιστής μεταπήδησε στην ελαιουργία, ακολουθώντας μεν το πατρογονικό παράδειγμα, αλλά επιδεικνύοντας πρωτοφανή φροντίδα για το αντικείμενό του. Το λάδι του είναι ένα από τα εκλεκτότερα που έχουμε δοκιμάσει. Δεν είναι λοιπόν να αναρωτιέσαι πόσοι άλλοι μαθηματικοί και λογιστές έχουν χάσει τον δρόμο τους σε αυτήν την υδροκέφαλη, αθηνοκεντρική, γραφειοκρατική Ελλάδα;
  Το νόημα της βραδιάς δεν θα μπορούσε να συνοψιστεί καλύτερα παρά με την ακόλουθη φράση-ευχή του κ. Τσιχλιά: «Στόχος μας είναι να προβάλουμε έναν νέο τύπο παραγωγού που δεν πλουτίζει με αθέμιτα μέσα, που δεν ζει εις βάρος των συμπολιτών του, δεν ζημιώνει το περιβάλλον και την πατρίδα. Είμαστε ευτυχείς, γιατί ανακαλύπτουμε διαρκώς τέτοιους Ελληνες που αγωνίζονται χωρίς καμία βοήθεια από το κράτος, όταν δεν το βρίσκουν απέναντί τους.
  Ο σκοπός μας θα έχει επιτελεσθεί αν τα βραβεία συμβάλλουν ώστε να λειτουργήσουν οι άνθρωποι αυτοί ως παράδειγμα». Kλείνοντας αφιέρωσε τη φετινή εκδήλωση στη μνήμη της Λένας Αλαφούζου, «θερμής και ακούραστης εμψυχώτριας» των βραβείων, που έφυγε πριν από λίγες εβδομάδες. «Μας λείπει, όπως λείπουν οι καλοί άνθρωποι, οι ταπεινοί, οι γενναιόδωροι».
  Την προσπάθεια του «Γαστρονόμου» στήριξαν με την παρουσία τους, μεταξύ άλλων, η Νικόλ Αλαφούζου και τα μέλη του Δ.Σ. της «Καθημερινής» Τάκης Αθανασόπουλος, Μάρθα Δερτιλή, Βασίλης Διαμαντόπουλος, Γιάννης Κοντέλλης και Νίκος Ναούμης. Μαζί τους πανεπιστημιακοί, επιχειρηματίες, αλλά και η «παλιά φρουρά» των βραβευμένων του «Γαστρονόμου». Η βραδιά έκλεισε με τα εδέσματα που ετοίμασαν στο αίθριο του μουσείου οι σεφ του «Γαστρονόμου» Νένα Ισμυρνόγλου, Ντίνα Νικολάου, Αλέξανδρος Παπανδρέου, Χριστόφορος Πέσκιας και Στέλιος Παρλιάρος.

Του Αγγελου Pεντουλα για την καθημερνή